Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Ierissos beach αντί της παραλίας Ιερισσού. Ή αλλιώς "Η εκδίκηση της αμμούδας"

Κατεβαίνω για την παλιά αποβάθρα και προσπαθώ, στη ζέστη του Μαΐου, να μυρίσω τη θάλασσα, μέσα απ’ τα καλάμια, στη στροφή για το γήπεδο. Τα καλάμια έχουν κοπεί και στα μούτρα μου σκάνε κάτι εξατμίσεις, που δε μπορεί να τις γιατρέψει ούτε η ευγενής βαρβατίλα απ’ τα ζώα του Καρτσώτα.

Κατεβαίνω στην παραλία και λειώνω απ’ την άσφαλτο. Η βλαχομπαρόκ ανάπτυξη επιβάλει να μην ξαναφυτρώσει πουθενά τριβόλι κι ο πανέμορφος ξηρός λιλά μάκος να αντικατασταθεί με υδροβόρο γκαζόν. Δεν ξέρω αν κανείς απ’ τους ντόπιους που λεν ότι αγαπούν τον τόπο τους, προβληματίστηκε έστω για μια στιγμή: Γιατί να φυλακιστεί το κύμα; Κι αναφέρομαι στους ανθρώπους, γιατί το κύμα δε σκιάζεται απ’ το μπετονένιο φίμωτρο που του φόρεσαν και εκδικείται, παίρνοντας τη σπάνια, μοναδικού κάλλους ηφαιστειακή άμμο και τη σκορπάει στα «μαυράδια», να την χαρούν οι φυκιάδες. Αντ’ αυτής, με τα βορειοανατολικά ρεύματα, επιστρέφει στην «αναπτυγμένη» Ιερισσό, τη λάσπη του Μποδοσάκη. Μια λάσπη που λαμπυρίζει απ’ τα ψήγματα μετάλλων και είναι τόσο άχρηστη, που ούτε τα σκουλήκια δεν την προτιμούν. Το νοιώθω, όταν από συνήθεια, στην ακροθαλασσιά, γυρίζω το πόδι μου στην αμμούδα κι αυτό σηκώνει λάσπη με ψήγματα μετάλλων κι ούτε ένα σκουλήκι, για να ταΐσω τα μουρμούρια του κόλπου μας

Πόσο ν’ αντέξει η δόλια η θάλασσα τόση αξιοποίηση;

Κατεβαίνω στην παλιά αποβάθρα και αισθάνομαι τα αυτιά μου να κακοποιούνται απ’ το νεοπλουτέ θόρυβο που συνοδεύει τις βάρβαρες ξαπλώστρες.

Πόσο λάιφ στάιλ να κάψουν τα μυαλά μας;

Κατεβαίνω στη θάλασσα και ντρέπομαι. Γνωρίζοντας πως υπεύθυνοι για όλο αυτό το χάλι είμαστε εμείς, οι Ιερισσιώτες. Εμείς εκλέξαμε όλα αυτά τα απίστευτα πολιτικά, πολιτιστικά και ηθικά τίποτα, που καταστρέψανε και συνεχίσουν να καταστρέφουν την Ιερισσό. Και φυσικά, στις επόμενες εκλογές θα συνεχίσουμε την παράδοση. Οι ελάχιστες ελπίδες περί του αντιθέτου, έχουν θαφτεί στα θεμέλια του απίστευτης ασχήμιας «νέου» χωριού, παρέα με τα … «άχρηστα» βράχια που δυναμιτίσαμε στα «Πλακιά».

ΥΓ: Καθένας έχει το ….. «Μασούτη» που του αξίζει.

Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Σώμα Γη Χρώματα απ’ τ Μητσάκα τς ιλιές, σντου δρόμου για του Τσιρνέλj.

Το σκηνικό είναι καταπράσινο με νερά, πολλά νερά, φωνές πουλιών, μουγκρητά άγριων ζώων και ζουζούνισμα από μελίσσια. Στον αέρα πεταλούδες κι από θεϊκή παλέτα έχουν δραπετεύσει χιλιάδες χρώματα. Όλα ονειρικά, φτιαγμένα από υλικά που μόνο η φαντασία μπορεί να βρει.

Η βόλτα ξεκινάει ένα σαββατιάτικο ηλιόλουστο πρωινό, γιατί καλό είναι να μη ξεχνάμε πως μετριέται η ζωή μας. Ο καθένας μόνος του, αρσενικός ή θηλυκός, με τις νύχτες του γεμάτες φαντασιώσεις και επιθυμίες απωθημένες στο πίσω μέρος του μυαλού του. Εκεί που δεν υπάρχει ο δράκος τιμωρός, ούτε η κακιά μάγισσα που του παίρνει τα λόγια όταν θέλει να εκφράσει όλα όσα υγραίνουν τα όνειρά του.

Το γρασίδι γίνεται χωράφι γεμάτο κίτρινο στάρι και ξερές παπαρούνες και το χωράφι γίνεται καράβι σε πολύχρωμες θάλασσες, που άλλοτε παίρνουν το χρώμα του πορτοκαλιού κι άλλοτε το χρώμα του αίματος.

Σώμα Γη Χρώματα

Όλα αλλάζουν με υπερβολική ταχύτητα. Πιο γρήγορα κι απ’ το φως που περνάει και χάνεται. Για να ‘ρθει η νύχτα με τα μυστήρια νυχτοπούλια κι ύστερα πάλι το πρωί με τις πολύχρωμες ανταύγειες. Ο χρόνος έχει χαθεί και μαζί του το αποθηκεμένο παρελθόν κι οι υποθήκες για το μέλλον.

Παρόν! Αυτό που υπάρχει είναι μόνο η στιγμή, που μόλις ήρθε, έφερε την αδελφή της στο άρμα της επόμενης κίνησης, για να αλλάξει την ηδονή της προηγούμενης στιγμής με μια φρέσκια πιο δυνατή.

Τραγοπόδαροι θεοί και κάθιδρες μαινάδες, Ζντρίγες, νεράιδες και τρομερά ξωτικά σε στύση, δίνουν ενέργεια στις ορμές που αδρανοποιήσαμε στη λάμπα ενός γραφείου. Δίνουν ζωή στις μοναχικές στιγμές, που πετάξαμε σε φακέλους αρχείου, με αριθμό πρωτοκόλλου και την σφραγίδα ΑΧΡΗΣΤΟΝ.

Η οικογένεια, οι άλλοι άνθρωποι, οι γονείς, οι σύζυγοι, τα παιδιά, περιμένουν σε πάρκα ταχτοποιημένα με παγκάκια και κηπουρούς να μας εντάξουν στο αιώνιο Μάτριξ των ενοχών και των ποινών.

Δευτέρα πρωί Πρέπει να φύγουμε. Αφήνουμε τους ονειρεμένους εραστές, τις ψυχεδελικές ερωμένες και μπαίνουμε στη μηχανή.

Welcome to the machine

Κλείνουμε την πόρτα και μέχρι το επόμενο Σάββατο που θα μας επιτρέψουν ν’ ανασάνουμε, αφιερώνουμε τη σκέψη μας στη «Μανία» του Πανουσόπουλου.

Στα αρώματα, στα χρώματα

στις μουσικές χαρίσου.....